Οσο θυμάμαι τη Eurovision δεν ήταν τίποτα άλλο από ένας μουσικός απόπατος. Γι' αυτό πάντοτε απορούσα με ποιά κριτήρια ψήφιζαν οι τηλεθεατές ποιό είναι το καλύτερο τραγούδι όταν είχαν να επιλέξουν μέσα από ένα τσουβάλι με σκατά. Κάποια στιγμή, μάλιστα, σε αυτή τη χώρα που γέννησε την ιδέα τού μέτρου αλλά στη συνέχεια, σαν άσπλαχνη μητέρα που είναι, το άφησε ορφανό στους πέντε δρόμους είχαμε αναγάγει ένα πανηγυράκι, πολύ χαμηλότερης υποστάθμης από αυτά που διοργανώνονται στα ελληνικά χωριά κάθε καλοκαίρι, σε νέα "Μεγάλη Ιδέα". Μέσα στον αρχοντοχωριατισμό μας, ο οποίος δεν υποδηλώνει τίποτα άλλο από κόμπλεξ φυλετικής κατωτερότητας, αισθανθήκαμε εθνικώς υπερήφανοι όταν στέλναμε στον ευρωπαϊκό διαγωνισμό τραγούδια και μουσικές που συνδύαζαν πυρρίχιους, ζεϊμπέκικα και τσάμικα με μπιτάκια στην αγγλική γλώσσα: μόνο και μόνο, δηλαδή, για να κατακτήσουμε την πολυπόθητη πρωτιά δεχθήκαμε την ομογενοποίηση, πλασάροντάς την και με λίγο εθνικό φολκλόρ ώστε να μην πάψουν ποτέ να πιστεύουν οι ξένοι για εμάς ότι στην καθημερινότητά μας πετάμε δέκα "ώπα" την ώρα και κάθε τρεις και λίγο σηκωνόμαστε από τα γραφεία μας για να χορέψουμε συρτάκι και να φάμε μουσακά, σα γνήσιες παρωδίες τού "Ζορμπά"...
Δεν με πειράζει που τη Eurovision κέρδισε μια γυναίκα με μούσι, μολονότι ομολογώ μέσα στον υπολανθάνοντα ρατσισμό μου ότι αυτό το θέαμα μου είναι αποκρουστικό. Στο κασιδιάρικο ίσως μυαλό μου έχω μια διαφορετική εικόνα για το τί σημαίνει γυναίκα. Με ενοχλεί, όμως, που κέρδισε ένα μουσικό διαγωνισμό γι' αυτόν ακριβώς το λόγο. Κι ακόμα περισσότερο με στενοχωρεί το πόσο υποκριτικά δήθεν ανοιχτόμυαλοι είμαστε. Αν η Κοντσίτα Βουρστ δεν τραγουδούσε, αλλά ήταν συνάδελφός μας στο γραφείο (αν υποθέσουμε ότι οι επιχειρηματίες θα προσλάμβαναν ποτέ μια τέτοια γυναίκα), οι ίδιοι άνθρωποι που της έδιναν 12άρια το Σαββατόβραδο θα ζητούσαν την απόλυσή της και θα την είχαν περιθωριοποιήσει. Βλέπετε, σε ένα δημόσιο πρόσωπο όχι μόνο συγχωρούμε αλλά και χειροκροτούμε τη διαφορετικότητά του: όταν, για παράδειγμα, ένας διάσημος ντύνεται με φτερά και πούπουλα λέμε πως έχει στιλ, αν δούμε κάποιον στο λεωφορείο με την ίδια αμφίεση τηλεφωνούμε αμέσως στο Δρομοκαΐτειο για να μάθουμε αν το έχει σκάσει από εκεί. Όταν ένας ηθοποιός ή τραγουδιστής έχει κάνει τη μύτη του σουρωτήρι από την κόκα ή το συκώτι του κατάμαυρο από το αλκοόλ γοητευόμαστε από το "κακό παιδί". Αν, ωστόσο, συμβεί το ίδιο με το γείτονά μας τον αποκαλούμε καταστραμμένο πρεζάκι ή μπεκρή. Κοντολογίς, μια κοινωνία που κάνει διακρίσεις ακόμα και στο ρατσισμό της είναι χειρότερη από αυτή που έχει θέσει τους ίδιους κανόνες για όλους όσον αφορά τη μισαλλοδοξία της...
Ο ρατσισμός είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Οσο μεσαιωνικό είναι να απαγορεύεται η συμμετοχή σε ένα μουσικό διαγωνισμό μιας γυναίκας με μούσι, άλλο τόσο διαφορετική όψη τού ίδιου νομίσματος είναι να την επιλέγουμε για την πρώτη θέση σχεδόν αποκλειστικώς γι' αυτόν το λόγο. Τυχόν αποτυχία τής Κοντσίτα να διακριθεί δεν θα έκανε τους ευρωπαϊκούς λαούς περισσότερο ρατσιστές από όσο ήδη είναι. Κι αυτό γιατί σε μόλις δύο εβδομάδες από τον θρίαμβο της αυστριακής τραγουδίστριας οι ίδιοι άνθρωποι που αγαπούν τους τραβεστί όταν τους βλέπουν στην τηλεόραση ή όταν ντύνονται οι ίδιοι στα κρυφά τα βράδια αλλά δεν τους θέλουν στη γειτονιά τους γιατί είναι άσχημα πρότυπα για τα παιδιά τους, θα δώσουν ώθηση με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές σε ακροδεξιούς-νεοναζιστικούς κομματικούς σχηματισμούς. Αρκετοί ή, αλίμονο, πολλοί από τους έλληνες που έστελναν μηνύματα για χάρη τής γυναίκας με το μουσί θα ψηφίσουν τους χιμπαντζήδες με τα μαύρα τις δύο προσεχείς Κυριακές. Αυτή η "ανεκτικότητα" που δείξαμε στην Κοντσίτα μοιάζει λίγο με τη φιλανθρωπία των πλούσιων ή με τα "κυρ ελέησον" των θρησκόληπτων. Λειτουργεί, δηλαδή, σαν ξέπλυμα συνειδήσεων, τις οποίες στη συνέχεια ξαναβρωμίζουμε με την απέχθεια για το διαφορετικό, την οποία διδασκόμαστε με το που γεννιόμαστε από όλους όσοι είναι υπεύθυνοι για την ανατροφή μας...
Δεν με πειράζει που τη Eurovision κέρδισε μια γυναίκα με μούσι, μολονότι ομολογώ μέσα στον υπολανθάνοντα ρατσισμό μου ότι αυτό το θέαμα μου είναι αποκρουστικό. Στο κασιδιάρικο ίσως μυαλό μου έχω μια διαφορετική εικόνα για το τί σημαίνει γυναίκα. Με ενοχλεί, όμως, που κέρδισε ένα μουσικό διαγωνισμό γι' αυτόν ακριβώς το λόγο. Κι ακόμα περισσότερο με στενοχωρεί το πόσο υποκριτικά δήθεν ανοιχτόμυαλοι είμαστε. Αν η Κοντσίτα Βουρστ δεν τραγουδούσε, αλλά ήταν συνάδελφός μας στο γραφείο (αν υποθέσουμε ότι οι επιχειρηματίες θα προσλάμβαναν ποτέ μια τέτοια γυναίκα), οι ίδιοι άνθρωποι που της έδιναν 12άρια το Σαββατόβραδο θα ζητούσαν την απόλυσή της και θα την είχαν περιθωριοποιήσει. Βλέπετε, σε ένα δημόσιο πρόσωπο όχι μόνο συγχωρούμε αλλά και χειροκροτούμε τη διαφορετικότητά του: όταν, για παράδειγμα, ένας διάσημος ντύνεται με φτερά και πούπουλα λέμε πως έχει στιλ, αν δούμε κάποιον στο λεωφορείο με την ίδια αμφίεση τηλεφωνούμε αμέσως στο Δρομοκαΐτειο για να μάθουμε αν το έχει σκάσει από εκεί. Όταν ένας ηθοποιός ή τραγουδιστής έχει κάνει τη μύτη του σουρωτήρι από την κόκα ή το συκώτι του κατάμαυρο από το αλκοόλ γοητευόμαστε από το "κακό παιδί". Αν, ωστόσο, συμβεί το ίδιο με το γείτονά μας τον αποκαλούμε καταστραμμένο πρεζάκι ή μπεκρή. Κοντολογίς, μια κοινωνία που κάνει διακρίσεις ακόμα και στο ρατσισμό της είναι χειρότερη από αυτή που έχει θέσει τους ίδιους κανόνες για όλους όσον αφορά τη μισαλλοδοξία της...
Ο ρατσισμός είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Οσο μεσαιωνικό είναι να απαγορεύεται η συμμετοχή σε ένα μουσικό διαγωνισμό μιας γυναίκας με μούσι, άλλο τόσο διαφορετική όψη τού ίδιου νομίσματος είναι να την επιλέγουμε για την πρώτη θέση σχεδόν αποκλειστικώς γι' αυτόν το λόγο. Τυχόν αποτυχία τής Κοντσίτα να διακριθεί δεν θα έκανε τους ευρωπαϊκούς λαούς περισσότερο ρατσιστές από όσο ήδη είναι. Κι αυτό γιατί σε μόλις δύο εβδομάδες από τον θρίαμβο της αυστριακής τραγουδίστριας οι ίδιοι άνθρωποι που αγαπούν τους τραβεστί όταν τους βλέπουν στην τηλεόραση ή όταν ντύνονται οι ίδιοι στα κρυφά τα βράδια αλλά δεν τους θέλουν στη γειτονιά τους γιατί είναι άσχημα πρότυπα για τα παιδιά τους, θα δώσουν ώθηση με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές σε ακροδεξιούς-νεοναζιστικούς κομματικούς σχηματισμούς. Αρκετοί ή, αλίμονο, πολλοί από τους έλληνες που έστελναν μηνύματα για χάρη τής γυναίκας με το μουσί θα ψηφίσουν τους χιμπαντζήδες με τα μαύρα τις δύο προσεχείς Κυριακές. Αυτή η "ανεκτικότητα" που δείξαμε στην Κοντσίτα μοιάζει λίγο με τη φιλανθρωπία των πλούσιων ή με τα "κυρ ελέησον" των θρησκόληπτων. Λειτουργεί, δηλαδή, σαν ξέπλυμα συνειδήσεων, τις οποίες στη συνέχεια ξαναβρωμίζουμε με την απέχθεια για το διαφορετικό, την οποία διδασκόμαστε με το που γεννιόμαστε από όλους όσοι είναι υπεύθυνοι για την ανατροφή μας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου