Βγάζω το καπέλο στους δημαγωγούς. Ξέρουν πολύ καλά πώς να χειραγωγούν το πόπολο και να του λένε αυτά που θέλει να ακούσει, αυτά που θα το κάνουν να αισθανθεί καλύτερα με τη μετριότητά του. Κι επειδή ακριβώς είναι μάστερ τής αποπλάνησης δεν του λένε μόνο ψέματα, αλλά κάτι πολύ χειρότερο: τη μισή αλήθεια. Δεν έχει και πολύ άδικο, για παράδειγμα, ο Αχ. Μπέος όταν επιτίθεται στους κρατικοδίαιτους καλλιτέχνες τής αρπαχτής και στους ψευτοδιανοούμενους που καθήμενοι στις κουνιστές πολυθρόνες τους πιστεύουν ότι ξέρουν πώς ζει ο λαουτζίκος κι ότι εκείνοι έχουν τις λύσεις για τα φιλοσοφικά του προβλήματα. Γιατί ο λαός να ακούσει την κατήχηση των Νταλαράδων και των Κιμούληδων όταν γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να αρθρώσουν ούτε μια κουβέντα κατά τού συστήματος που τους ταΐζει πλουσιοπάροχα εδώ και δεκαετίες; Πώς να τον πείσουν αυτοί που με "τραγούδια για τη φτώχεια και την ξενιτιά ρετιρέ πήραν στην Κηφισιά" πως γκάνγκστερ όπως ο Αχ. Μπέος κι ο Β. Μαρινάκης και νεοναζιστικά μορφώματα όπως η Χρυσή Αυγή αποτελούν καταστροφή για τον τόπο; Απλούστατα δεν έχουν την ηθική νομιμοποίηση να το κάνουν την ώρα που ο κοσμάκης πένεται κι εκείνοι εξακολουθούν να χαριεντίζονται με τη σάπια ελίτ στα Μέγαρα της διαπλοκής...
Κάπου εδώ, όμως, τελειώνει η αλήθεια των λαϊκιστών και ξεκινά το φριχτό μέλλον που οραματίζονται για τους αποπλανημένους ψηφοφόρους τους. Γιατί αν είναι την Ελλάδα των Νταλαράδων και των Κιμούληδων να την αντικαταστήσουμε με την Ελλάδα τής Πάολας και του Π. Παντελίδη καλύτερα να μην αλλάξουμε τίποτα. Οσο σάπιοι κι αν είναι ως προσωπικότητες οι άνθρωποι που αποτελούν σήμερα την καλλιτεχνική ελίτ τού τόπου, προτιμώ να ακούω το "Ενας κόμπος η χαρά μου" ή να βλέπω τον "Εμπορο της Βενετίας" από το να πληγώνω τα αφτιά μου με το "Εδώ σε θέλω καρδιά μου" και το "Δεν ταιριάζετε σου λέω". Δεν επιθυμώ οι πνευματικοί άνθρωποι της πατρίδας μου να γεύονται το κρασί των κεφαλαιοκρατών και να ανεβαίνουν στα κότερά τους. Αντιθέτως, τους θέλω να ανοίγουν τα στόματά τους και να λένε αυτά που η μάζα αδυνατεί να αρθρώσει, να τραγουδήσει ή να ζωγραφίσει τόσο όμορφα όσο εκείνοι που διαθέτουν καλλιτεχνικά χαρίσματα. Δεν υποτιμώ, επίσης, την ανθρώπινη ανάγκη για διασκέδαση χωρίς αστερίσκους και βαθείς προβληματισμούς. Θα ήμουν, άλλωστε, υποκριτής αν το έκανα αφού κι ο γράφων έχει περάσει καλά στα μπουζούκια. Αλίμονο, όμως, αν όλη η ζωή μας ήταν τα "ώπα", τα καψουροτράγουδα και η γλυκιά αποχαύνωση του ρέοντος οινοπνεύματος συνοδεία μουσικής για σκύλους. Το λάιφσταϊλ και το δήθεν δεν είναι τίποτα άλλο από τις δύο όψεις τού ίδιου νομίσματος...
Με τρομάζει το ότι ζούμε στην εποχή των αρλεκίνων, στο ότι κι ο πολιτισμός υπηρετείται είτε από εκμαυλισμένους είτε από άσχετους, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη. Οι Μπέπε Γκρίλο, Μαρίν Λεπέν και Νάιτζελ Φάρατζ όχι απλώς αυξάνονται και πληθύνονται αλλά γίνονται και κυρίαρχα ρεύματα σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Βρετανία με πλούσια πολιτιστική παράδοση. Ο καθένας μας έχει την ατομική του ευθύνη του γι' αυτούς που επιλέγουμε να μας κυβερνούν. Ζητούν, όμως, οι εκ του ασφαλούς κριτές των αδυναμιών τού πόπολου από αυτό να ξεπεράσει τον εαυτό του, να γίνει δηλαδή κάτι άλλο από αυτό που το διδάσκουν από την ημέρα που γεννιέται μέχρι εκείνη που πεθαίνει να είναι: άβουλο, υποτακτικό, φοβισμένο κι ανέμπνευστο. Οι διάφοροι τιμητές των επιλογών τύπου Μπέου και Μαρινάκη δεν έλεγαν κουβέντα, αν δεν έσπρωχναν κιόλας, τον ίδιο λαό στο να ψηφίζει ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. επί σαράντα χρόνια.
Τους πληροφορώ επομένως, αν δε το ξέρουν, πως τα κριτήρια με τα οποία σήμερα ο λαουτζίκος ψηφίζει τους χιμπαντζήδες με τα μαύρα, τους γελωτοποιούς τύπου Αδ. Γεωργιάδη και τους μαφιόζους είναι τα ίδια με αυτά που επέλεγε τους Παπανδρέου, τους Καραμανλήδες και τους Μητσοτάκηδες: χωρίς καμιά πολιτική ωριμότητα, ταξική συνείδηση και πνευματική εγρήγορση διάλεγε πάντοτε εκείνους που του χάιδευαν τα αφτιά και του έταζαν μεγαλεία ή, έστω, μια θεσούλα στο Δημόσιο, ένα αυτοκινητάκι ή ένα σπιτάκι ώστε ο κάθε μέσος νοικοκυραίος να πιστεύει ότι δεν είναι θύμα, όπως ήταν στην πραγματικότητα, αλλά βολεμένος. Γι' αυτό και οι τελευταίοι που δικαιούνται να κουνούν το δάχτυλο για τις λούμπεν επιλογές τής μάζας είναι αυτοί που φρόντισαν, προκειμένου να υπηρετούν τους νταβατζήδες τους, έτσι ώστε τα μεμονωμένα άτομα να μη γίνουν ποτέ κοινωνικό σύνολο...
Κάπου εδώ, όμως, τελειώνει η αλήθεια των λαϊκιστών και ξεκινά το φριχτό μέλλον που οραματίζονται για τους αποπλανημένους ψηφοφόρους τους. Γιατί αν είναι την Ελλάδα των Νταλαράδων και των Κιμούληδων να την αντικαταστήσουμε με την Ελλάδα τής Πάολας και του Π. Παντελίδη καλύτερα να μην αλλάξουμε τίποτα. Οσο σάπιοι κι αν είναι ως προσωπικότητες οι άνθρωποι που αποτελούν σήμερα την καλλιτεχνική ελίτ τού τόπου, προτιμώ να ακούω το "Ενας κόμπος η χαρά μου" ή να βλέπω τον "Εμπορο της Βενετίας" από το να πληγώνω τα αφτιά μου με το "Εδώ σε θέλω καρδιά μου" και το "Δεν ταιριάζετε σου λέω". Δεν επιθυμώ οι πνευματικοί άνθρωποι της πατρίδας μου να γεύονται το κρασί των κεφαλαιοκρατών και να ανεβαίνουν στα κότερά τους. Αντιθέτως, τους θέλω να ανοίγουν τα στόματά τους και να λένε αυτά που η μάζα αδυνατεί να αρθρώσει, να τραγουδήσει ή να ζωγραφίσει τόσο όμορφα όσο εκείνοι που διαθέτουν καλλιτεχνικά χαρίσματα. Δεν υποτιμώ, επίσης, την ανθρώπινη ανάγκη για διασκέδαση χωρίς αστερίσκους και βαθείς προβληματισμούς. Θα ήμουν, άλλωστε, υποκριτής αν το έκανα αφού κι ο γράφων έχει περάσει καλά στα μπουζούκια. Αλίμονο, όμως, αν όλη η ζωή μας ήταν τα "ώπα", τα καψουροτράγουδα και η γλυκιά αποχαύνωση του ρέοντος οινοπνεύματος συνοδεία μουσικής για σκύλους. Το λάιφσταϊλ και το δήθεν δεν είναι τίποτα άλλο από τις δύο όψεις τού ίδιου νομίσματος...
Με τρομάζει το ότι ζούμε στην εποχή των αρλεκίνων, στο ότι κι ο πολιτισμός υπηρετείται είτε από εκμαυλισμένους είτε από άσχετους, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη. Οι Μπέπε Γκρίλο, Μαρίν Λεπέν και Νάιτζελ Φάρατζ όχι απλώς αυξάνονται και πληθύνονται αλλά γίνονται και κυρίαρχα ρεύματα σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Βρετανία με πλούσια πολιτιστική παράδοση. Ο καθένας μας έχει την ατομική του ευθύνη του γι' αυτούς που επιλέγουμε να μας κυβερνούν. Ζητούν, όμως, οι εκ του ασφαλούς κριτές των αδυναμιών τού πόπολου από αυτό να ξεπεράσει τον εαυτό του, να γίνει δηλαδή κάτι άλλο από αυτό που το διδάσκουν από την ημέρα που γεννιέται μέχρι εκείνη που πεθαίνει να είναι: άβουλο, υποτακτικό, φοβισμένο κι ανέμπνευστο. Οι διάφοροι τιμητές των επιλογών τύπου Μπέου και Μαρινάκη δεν έλεγαν κουβέντα, αν δεν έσπρωχναν κιόλας, τον ίδιο λαό στο να ψηφίζει ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. επί σαράντα χρόνια.
Τους πληροφορώ επομένως, αν δε το ξέρουν, πως τα κριτήρια με τα οποία σήμερα ο λαουτζίκος ψηφίζει τους χιμπαντζήδες με τα μαύρα, τους γελωτοποιούς τύπου Αδ. Γεωργιάδη και τους μαφιόζους είναι τα ίδια με αυτά που επέλεγε τους Παπανδρέου, τους Καραμανλήδες και τους Μητσοτάκηδες: χωρίς καμιά πολιτική ωριμότητα, ταξική συνείδηση και πνευματική εγρήγορση διάλεγε πάντοτε εκείνους που του χάιδευαν τα αφτιά και του έταζαν μεγαλεία ή, έστω, μια θεσούλα στο Δημόσιο, ένα αυτοκινητάκι ή ένα σπιτάκι ώστε ο κάθε μέσος νοικοκυραίος να πιστεύει ότι δεν είναι θύμα, όπως ήταν στην πραγματικότητα, αλλά βολεμένος. Γι' αυτό και οι τελευταίοι που δικαιούνται να κουνούν το δάχτυλο για τις λούμπεν επιλογές τής μάζας είναι αυτοί που φρόντισαν, προκειμένου να υπηρετούν τους νταβατζήδες τους, έτσι ώστε τα μεμονωμένα άτομα να μη γίνουν ποτέ κοινωνικό σύνολο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου