Χωρίς ταλέντο και δουλειά καλύτερα να μην πας πουθενά, να μείνεις σπίτι σου και να παρακολουθείς να πετυχαίνουν στη ζωή τους εκείνοι που τα συνδυάζουν. Είναι, ωστόσο, αυτά από μόνα τους πάντοτε αρκετά; Όχι, κάποιες φορές, τόσο στον αθλητισμό όσο κυρίως στη ζωή, είναι απαραίτητο να διανύσεις το "έξτρα μίλι" και για να το κάνεις δεν φτάνουν ούτε το ταλέντο ούτε η δουλειά. Απαιτείται κάτι παραπάνω, η θέληση να μην εγκαταλείψεις όταν όλα τα αντικειμενικά στοιχεία, αυτά στα οποία ορκίζονται οι κάθε λογής ρεαλιστές, σου υποδεικνύουν πως δεν έχεις άλλη επιλογή από το να τα παρατήσεις. Και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο είχαμε τέτοια παραδείγματα, με κορυφαίο ίσως αυτό του Σπύρου Γιαννιώτη, ο οποίος αψήφησε τη σωματική κούραση για να πετύχει αυτό που ήθελε τόσο πολύ, ένα ολυμπιακό μετάλλιο. Τί κι αν δεν ήταν, εξάλλου, το χρυσό; Το χρώμα έχει σημασία μόνο για τους ρατσιστές...
Θα μου πείτε, "σε μια χώρα που υποφέρει από την κρίση τί νόημα έχει να γκρεμίσουμε τα ήδη γκρεμισμένα τείχη της για να υποδεχθούμε τους Ολυμπιονίκες μας; Κι εντέλει γιατί πρέπει να δοξάζουμε ανθρώπους με γρήγορα και δυνατά πόδια και χέρια όταν αφήνουμε στην αφάνεια τόσους και τόσους ανθρώπους τού καθημερινού μόχθου, κάποιοι εκ των οποίων μάλιστα με σπουδές, οι οποίοι δίνουν τη μάχη τής επιβίωσης δίχως κανένα φως τής ράμπας να εστιάζει πάνω τους"; Εύλογα τα ερωτήματά σας και θα συμφωνήσω μαζί σας πως στην Ελλάδα σήμερα το να χτιστεί, για παράδειγμα, ένα σκοπευτήριο σε κάθε πόλη δεν είναι αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη...
Δεν είναι, ωστόσο, τα γερά μπράτσα τού Σπύρου Γιαννιώτη, του Λευτέρη Πετρούνια ή οποιουδήποτε άλλου Ολυμπιονίκη μας αυτά για τα οποία αξίζουν του απόλυτου σεβασμού μας. Είναι για τη βαθιά τους πεποίθηση ότι τα αστέρια δεν είναι απροσπέλαστα, ότι μπορούν να τα φτάσουν κι ας μην προπονήθηκαν υπό τις ίδιες συνθήκες που το έκαναν οι βασικοί τους αντίπαλοι. Η αδιαφορία τους, με λίγα λόγια, να βρουν δικαιολογία για μια ήττα τους, σε αντίθεση με την πίστη τους ότι θα τα καταφέρουνν κόντρα σε θεούς και δαίμονες...
Ο Σπύρος Γιαννιώτης θα μπορούσε να τα είχε παρατήσει στα τελευταία εκατό μέτρα πριν τον τερματισμό. Τα ελληνικά μίντια και πάλι θα τον είχαν αγιοποιήσει, θα μιλούσαν για τον "Ποσειδώνα" που πάλεψε μέχρι τέλους με τα κύματα, αλλά στο τέλος προδόθηκε από την ηλικία του. Η λύπηση, ωστόσο, δεν ήταν αρκετή για τον κολυμβητή. Δεν ήθελε να μείνει στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που θα μπορούσε να κατακτήσει την κορυφή, αλλά ως κάποιος που την κατάκτησε. Γι' αυτό και στα τελευταία εκατό μέτρα νίκησε τον δυσκολότερο αντίπαλο που καλείται να νικήσει ο καθένας μας, τον ίδιο μας τον εαυτό δηλαδή, που σαν άλλη Κίρκη μας ψιθυρίζει πως έχουμε όρια τα οποία δεν μπορούμε να υπερβούμε γιατί κάτι τέτοιο θα θεωρηθεί ύβρις από τους θεούς...
Ο Γιαννιώτης, ωστόσο, αψήφησε τον εαυτό του, ως γνήσιος καζαντζακικός έκανε ό,τι δεν μπορούσε, διάβηκε το μονοπάτι που χωρίζει τους θνητούς από την αθανασία. Οι υπόλοιποι Έλληνες δεν έχουμε παρά να τον ακολουθήσουμε. Αρκετά θρηνήσαμε για τα χαμένα μας πλούτη και κανείς πια δεν μας λυπάται γι' αυτό. Κι ας είναι, ενδεχομένως, τα μέτρα που μας χωρίζουν από το βάθρο περισσότερα από εκατό. Ούτε ο Γιαννιώτης, άλλωστε, κρατούσε μεζούρα...
Θα μου πείτε, "σε μια χώρα που υποφέρει από την κρίση τί νόημα έχει να γκρεμίσουμε τα ήδη γκρεμισμένα τείχη της για να υποδεχθούμε τους Ολυμπιονίκες μας; Κι εντέλει γιατί πρέπει να δοξάζουμε ανθρώπους με γρήγορα και δυνατά πόδια και χέρια όταν αφήνουμε στην αφάνεια τόσους και τόσους ανθρώπους τού καθημερινού μόχθου, κάποιοι εκ των οποίων μάλιστα με σπουδές, οι οποίοι δίνουν τη μάχη τής επιβίωσης δίχως κανένα φως τής ράμπας να εστιάζει πάνω τους"; Εύλογα τα ερωτήματά σας και θα συμφωνήσω μαζί σας πως στην Ελλάδα σήμερα το να χτιστεί, για παράδειγμα, ένα σκοπευτήριο σε κάθε πόλη δεν είναι αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη...
Δεν είναι, ωστόσο, τα γερά μπράτσα τού Σπύρου Γιαννιώτη, του Λευτέρη Πετρούνια ή οποιουδήποτε άλλου Ολυμπιονίκη μας αυτά για τα οποία αξίζουν του απόλυτου σεβασμού μας. Είναι για τη βαθιά τους πεποίθηση ότι τα αστέρια δεν είναι απροσπέλαστα, ότι μπορούν να τα φτάσουν κι ας μην προπονήθηκαν υπό τις ίδιες συνθήκες που το έκαναν οι βασικοί τους αντίπαλοι. Η αδιαφορία τους, με λίγα λόγια, να βρουν δικαιολογία για μια ήττα τους, σε αντίθεση με την πίστη τους ότι θα τα καταφέρουνν κόντρα σε θεούς και δαίμονες...
Ο Σπύρος Γιαννιώτης θα μπορούσε να τα είχε παρατήσει στα τελευταία εκατό μέτρα πριν τον τερματισμό. Τα ελληνικά μίντια και πάλι θα τον είχαν αγιοποιήσει, θα μιλούσαν για τον "Ποσειδώνα" που πάλεψε μέχρι τέλους με τα κύματα, αλλά στο τέλος προδόθηκε από την ηλικία του. Η λύπηση, ωστόσο, δεν ήταν αρκετή για τον κολυμβητή. Δεν ήθελε να μείνει στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που θα μπορούσε να κατακτήσει την κορυφή, αλλά ως κάποιος που την κατάκτησε. Γι' αυτό και στα τελευταία εκατό μέτρα νίκησε τον δυσκολότερο αντίπαλο που καλείται να νικήσει ο καθένας μας, τον ίδιο μας τον εαυτό δηλαδή, που σαν άλλη Κίρκη μας ψιθυρίζει πως έχουμε όρια τα οποία δεν μπορούμε να υπερβούμε γιατί κάτι τέτοιο θα θεωρηθεί ύβρις από τους θεούς...
Ο Γιαννιώτης, ωστόσο, αψήφησε τον εαυτό του, ως γνήσιος καζαντζακικός έκανε ό,τι δεν μπορούσε, διάβηκε το μονοπάτι που χωρίζει τους θνητούς από την αθανασία. Οι υπόλοιποι Έλληνες δεν έχουμε παρά να τον ακολουθήσουμε. Αρκετά θρηνήσαμε για τα χαμένα μας πλούτη και κανείς πια δεν μας λυπάται γι' αυτό. Κι ας είναι, ενδεχομένως, τα μέτρα που μας χωρίζουν από το βάθρο περισσότερα από εκατό. Ούτε ο Γιαννιώτης, άλλωστε, κρατούσε μεζούρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου